Το καλοκαίρι του 1974 τραυμάτισε τη ψυχή χιλιάδων ανθρώπων, ανοίγοντας πληγές που ποτέ δεν έκλεισαν. Η Αιμιλία Μωυσέως ήταν μόλις τριών ετών τότε, μοναχοπαίδι του Δημήτρη Μωυσέως από τα Λύμπια και της Νίκης Κουντούρα από την Αραδίππου. Δεν ήξερε τι σημαίνει πόλεμος, τι σημαίνει να στερείσαι κάποιον που αγαπάς, ούτε για λίγο, ούτε για πολύ… Με την παιδική της αφέλεια, το μόνο που ήξερε, ήταν πόσο πολύ λαχταρούσε μια κούκλα για να παίζει… Θα της την έφερνε ο πατέρας της από την Αγγλία όπου πήγε για λίγο να δουλέψει… Αυτό τουλάχιστον τη διαβεβαίωνε για χρόνια η μητέρα της. Στην πραγματικότητα ούτε η ίδια ήξερε που βρισκόταν ο άντρας της… Επέλεξε όμως να μη μοιραστεί την αγωνία της με το κοριτσάκι της. Δεν ήθελε να την πληγώσει.. Κι ας ήξερε πως αυτό ήταν αναπόφευκτο. Εκείνη, μόλις πήγε σχολείο και έμαθε να γράφει άρχισε να στέλνει γράμματα στον πατέρα της… Έζησε το μεγαλύτερο μέρος των παιδικών της χρόνων με την ελπίδα να τον ξαναδεί. Μέχρι που η μητέρα της, αποφάσισε να της πει την αλήθεια. «Η κουκλίτσα που ήθελα πάντα», όπως τιτλοφορείται το βιβλίο της Αιμιλίας δεν ήρθε ποτέ. Σε συνέντευξή της στο Reporter, η ίδια περιγράφει τη μέρα που έμαθε για τον πατέρα της ο οποίος παραμένει αγνοούμενος μέχρι σήμερα αλλά και το μεγάλο της όνειρο.