Επιχειρήσεις
Έτσι μπορούν να ανοίξουν οι χώροι εστίασης
«Να αποδεχτούμε τη νέα τάξη πραγμάτων για να μπορέσουμε να δούμε τις χαλαρώσεις ως μοναδική επιλογή και την επαναλειτουργία των χώρων εστίασης ως μονόδρομο. Να καταλάβουμε όλοι, ιδιοκτήτες, προσωπικό και θαμώνες, τις ιδιαιτερότητες των χώρων αυτών, να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο όλοι συμμετέχουμε στην επικίνδυνη διαδικασία διασποράς του ιού και τον τρόπο με τον οποίο όλοι μπορούμε να αποτρέψουμε τη μετάδοση του και να συνεργαστούμε».
Ένα χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας, ο επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, Κωνσταντίνος Τσιούτης, μιλώντας στον «Φ», τόνισε ότι «συνειδητοποιούμε ότι η επαναλειτουργία του οποιοδήποτε χώρου, πρέπει να γίνει υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και με στόχο να εκμηδενίσουμε την πιθανότητα για νέο πισωγύρισμα. Αν αυτό είναι εφικτό; Είναι. Αν είναι δύσκολο; Επίσης είναι».
Με την τελική απόφαση της κυβέρνησης για την επαναλειτουργία ή όχι των χώρων εστίασης την ερχόμενη Τρίτη, να βρίσκεται σε εκκρεμότητα αφού οι σχετικές αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν κατά τη σημερινή συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο κ. Τσιούτης, ανέλυσε στον «Φ», τους λόγους για τους οποίους οι χώροι αυτοί, θεωρούνται ως χώροι «υψηλού κινδύνου» για τη μετάδοση του κορωνοϊού, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο, θα μπορούσαν να επαναλειτουργήσουν με όσο το δυνατό μεγαλύτερη ασφάλεια.
«Από πλευράς δημόσιας υγείας, ένας χώρος εστίασης έχει αρκετές ιδιαιτερότητες. Γι’ αυτό το λόγο, βλέπουμε ότι σε πολλές χώρες ο τομέας αυτός έχει πληγεί σημαντικά, αφού σε περιόδους έξαρσης, είναι ανάμεσα στους πρώτους που αναστέλλουν τη λειτουργία τους και σε περιόδους χαλαρώσεων βρίσκονται ανάμεσα στους τελευταίους στη λίστα».
Γιατί χώροι αυτοί θεωρούνται ως «υψηλού κινδύνου»
Η πρώτη απαραίτητη προϋπόθεση για την ασφαλή λειτουργία των χώρων αυτών, «είναι να αναγνωρίσουμε τις ιδιαιτερότητες αυτές και να τις κατανοήσουμε. Η δεύτερη, είναι να κατανοήσουμε ότι οι χώροι αυτοί μπορούν να παραμείνουν ασφαλείς, μόνο αν τηρούνται κάποια βασικά μέτρα».
«Με απλά λόγια, οι χώροι αυτοί θεωρούνται ως “υψηλού κινδύνου”, επειδή, μεταξύ άλλων υπάρχει αυξημένη κινητικότητα από όλους τους παρευρισκόμενους»:
– Βλέπουμε πολλές διαφορετικές ομάδες ατόμων: Θαμώνες, σερβιτόροι, άτομα στην κουζίνα, άτομα στο ταμείο, μάγειρες, προμηθευτές, μεταφορείς (delivery) κ.τ.λ.
– Υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί χώροι: Χώρος εισόδου/ υποδοχής, χώρος για αυτούς που κάθονται (εσωτερικός, εξωτερικός), το ταμείο, η κουζίνα, χώρος που παραδίδονται τα τρόφιμα/ ποτά, τουαλέτα, κ.τ.λ.
– Άνθρωποι μετακινούνται συνεχώς. Το προσωπικό, για να πάρει παραγγελία, για να μεταφέρει την παραγγελία και μετά για να την παραδώσει ή για να πάρει την είσπραξη. Για τους θαμώνες, για να πάνε στο τραπέζι τους, για να μιλήσουν σε κάποιο γνωστό, για να πληρώσουν (εάν επιβάλλεται η παρουσία τους στο ταμείο), για να υποβάλουν την παραγγελία τους, εάν πρόκειται για χώρους όπου εφαρμόζεται self-service ή ακόμα και για να πάνε απλά στην τουαλέτα.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, «οι περισσότεροι άγνωστοι και άσχετοι μεταξύ τους, εμπλέκονται σε διαφορετικές δραστηριότητες. Μετακινούνται, μιλούν, κάποιοι φωνάζουν, γελούν, συχνά άτομα σε διαφορετικά τραπέζια μιλούν μεταξύ τους, ενώ σε αρκετά από αυτά τα μέρη υπάρχει και ζωντανή ή δυνατή μουσική με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι δραστηριότητες υψηλού κινδύνου (φωνές, τραγούδι, χορός, κ.τ.λ.)». Όλα αυτά, «είναι συνθήκες που ευνοούν τη μετάδοση του κορωνοϊού, από άτομο σε άτομο». Άρα το δεδομένο είναι ένα: «Οι χώροι αυτοί εκ των πραγμάτων έχουν συνωστισμό (δηλαδή σημαντικός αριθμός κόσμου μπορεί να βρεθεί σε κοινό χώρο), ενώ λόγω της φύσης της λειτουργίας τους (προσφέρουν φαγητό και ποτό), ο κόσμος δεν φορά μάσκα και συχνά δεν τηρεί ούτε αποστάσεις».
«Να κατανοήσουμε τις πραγματικότητες»
Εάν, τόνισε ο κ. Τσιούτης, «κατανοήσουμε αυτές τις πραγματικότητες, μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε και τι πρέπει να κάνει, ο καθένας από δικής του πλευράς για να μειώσει τον κίνδυνο. Στη δική μας προσπάθεια -και επαναλαμβάνω στο «μας» περιλαμβανόμαστε όλοι, ιδιοκτήτες, προσωπικό, θαμώνες- έρχονται να συνδράμουν σημαντικά τα περίφημα υγειονομικά πρωτόκολλα που κατά καιρούς δημοσιεύονται και αφορούν κάθε χώρο και δραστηριότητα». Ένα «πρωτόκολλο», «δεν είναι τίποτα περισσότερο από έναν αναλυτικό οδηγό, ένα “χάρτη”, για το πως πρέπει να λειτουργήσει ένας χώρος, τι πρέπει να προσέξουμε και τι πρέπει να κάνουμε για να τον κρατήσουμε ασφαλή».
Η βασική αρχή, «στην υπόθεση πανδημία δεν αλλάζει. Κρατάμε μεταξύ μας αποστάσεις, φοράμε τη μάσκα μας, περιορίζουμε τον κοινωνικό μας “κύκλο”. Με αυτό τον τρόπο πρέπει να λειτουργούμε και στους χώρους εστίασης. Δεν αλλάζουμε συνεχώς “παρέες”, δεν συνωστιζόμαστε στα ταμεία ή στην ουρά για την παραγγελία μας»:
– Δεν μετακινούμαστε εάν δεν υπάρχει λόγος.
– Δεν αλλάζουμε τραπέζι και παρέα.
– Χαιρετάμε γνωστούς και φίλους από μακριά.
– Αν ανήκουμε στο προσωπικό, φοράμε σωστά τη μάσκα μας.
– Τηρούμε τις αποστάσεις από τους θαμώνες.
«Για την ορθή εφαρμογή ενός πρωτοκόλλου σε έναν χώρο εστίασης, είτε πρόκειται για ταβέρνα, εστιατόριο, μπυραρία, ή καφετέρια, έχουμε όλοι σημαντικό ρόλο και ευθύνη», υπογράμμισε ο επικεφαλής της ΣΕΕ, υποδεικνύοντας ότι «ο καθένας από εμάς, έχει υποχρέωση να φέρεται υπεύθυνα έναντι των άλλων αλλά κυρίως, έναντι της δημόσιας υγείας».
«Αν παρατηρηθεί μετάδοση σε ένα τέτοιο χώρο», προειδοποίησε, «τότε το πρόβλημα δεν θα αφορά μόνο τον συγκεκριμένο χώρο, αλλά, την ίδια τη διαχείριση της πανδημίας».
Αυτό, «μάλλον δεν έγινε κατανοητό στο βαθμό που χρειαζόταν στο παρελθόν. Για αυτό είδαμε τους προηγούμενους μήνες, αλυσίδες μετάδοσης να σχετίζονται με χώρους εστίασης με αποτέλεσμα δυστυχώς, να υποχρεωθούμε σε αναστολή της λειτουργίας ολόκληρου του Κλάδου».