Εκπαίδευση
Στη ζυγαριά το Σχέδιο Αξιολόγησης του εκπαιδευτικού
Πηγή: philenews.com
Για πρόταση, η οποία «παρουσιάζει ελλείψεις, ασάφειες, αδυναμίες και αοριστίες», κάνει λόγο η ΟΕΛΜΕΚ σχετικά με την πρόταση που της απεστάλη προ μηνών από τον υπουργό Παιδείας αναφορικά με το νέο σχέδιο αξιολόγησης του εκπαιδευτικού και του εκπαιδευτικού έργου. Η ΟΕΛΜΕΚ απέστειλε πριν από μερικές μέρες τις θέσεις της επί των διαφόρων σημείων της πρότασης Προδρόμου, στο υπουργείο Παιδείας, καταγράφοντας πού συμφωνεί και πού διαφωνεί.
Ο λόγος που η ΟΕΛΜΕΚ θεωρεί ότι η πρόταση του υπουργείου δεν είναι ολοκληρωμένη είναι διότι, όπως σημειώνει, τα περισσότερα σημεία της παρουσιάζονται ως τίτλοι, χωρίς να αναλύονται λεπτομερώς.
Αναφορικά με μερικές πρόνοιες της πρότασης, με τις οποίες συμφωνεί και διαφωνεί η ΟΕΛΜΕΚ είναι οι εξής:
Συμφωνεί: Με δημιουργία Δευτεροβάθμιου Σώματος Εξέτασης Ενστάσεων. Ωστόσο, καταγράφεται διαφωνία με τη διαδικασία λειτουργίας του όπως περιγράφεται από το υπουργείο. Η ΟΕΛΜΕΚ σημειώνει ότι αυτό πρέπει να λειτουργεί με τους εξής όρους εντολής: α) εξέταση των ενστάσεων στη βάση συγκεκριμένων στοιχείων, β) διασφάλιση της αξιοκρατίας και της αντικειμενικότητας στις αξιολογήσεις εκπαιδευτικών, γ) πάταξη της ευνοιοκρατίας, δ) αυτεπάγγελτη έρευνα σε περίπτωση που παρατηρηθεί ευνοιοκρατική μεταχείριση προς όφελος αξιολογούμενου εκπαιδευτικού, και ε) τακτικός δειγματοληπτικός έλεγχος των εκθέσεων/αξιολογήσεων των αξιολογητών.
Συμφωνεί: Με τη χρησιμότητα αξιολόγησης των συμβασιούχων εκπαιδευτικών. Θέση της ΟΕΛΜΕΚ είναι ότι η αξιολόγηση των συμβασιούχων θα πρέπει να έχει αποκλειστικά διαμορφωτικό χαρακτήρα, η οποία θα αποσκοπεί στη συνεχή στήριξη και ενίσχυσή τους. Συνεπώς, διαφωνεί με τη συγκριτική/ τελική αξιολόγηση που περιλαμβάνει η πρόταση του υπουργείου.
Διαφωνεί: Με τη διεύρυνση της κλίμακας αξιολόγησης στο 100 καθώς θεωρεί ότι η υφιστάμενη κλίμακα του 40 παρέχει ήδη την ευχέρεια για ακριβοδίκαιη αποτύπωση της επίδοσης των εκπαιδευτικών.
Συμφωνεί: Με εισηγήσεις για την αξιολόγηση των επί δοκιμασία εκπαιδευτικών. Όμως, θεωρεί ότι μετά το τέλος της διετούς επί δοκιμασία περιόδου, για όσους η αξιολόγηση χαρακτηρίζεται ως μη επιτυχής, πρέπει να παρέχεται δεύτερη ευκαιρία τουλάχιστον για έναν ακόμη χρόνο.
Διαφωνεί: Με την προτεινόμενη ποσόστωση και βαρύτητα στη συγκριτική αξιολόγηση εκπαιδευτικών (60% επιθεωρητής και 40% διευθυντής). Θεωρεί ότι η αριθμητική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών από τους αξιολογητές πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια, τα οποία εκ των προτέρων να γνωρίζει ο αξιολογούμενος.
Διαφωνεί: Με την αναφορά στην πρόταση ότι «μετά από μία μεταβατική περίοδο τριετούς εφαρμογής του νέου σχεδίου προβλέπεται διαδικασία διαβουλεύσεων για την αναπροσαρμογή των θέσεων προαγωγής και την ενδεχόμενη δημιουργία θέσεων Ανώτερου Εκπαιδευτικού. Η ΟΕΛΜΕΚ θεωρεί ότι το ζήτημα των θέσεων προαγωγής πρέπει να συμφωνηθεί από την αρχή και αποτελεί βασική προϋπόθεση για να μπορέσει να επιτευχθεί συμφωνία για ένα νέο Σχέδιο Αξιολόγησης.
Συμφωνεί: Με την εισήγηση να αξιολογούνται οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί, μετά την παρέλευση της μεταβατικής περιόδου, κάθε τρία ή περισσότερα έτη. Ωστόσο, διαφωνεί με την έναρξη της αριθμητικής αξιολόγησης από τον δεύτερο χρόνο μετά τη μονιμοποίηση.
Θεωρεί εκ των ων ουκ άνευ τον καθορισμό της διάρκειας και των διαδικασιών μετάβασης από το υφιστάμενο στο νέο σύστημα αξιολόγησης. Κατά την άποψη της ΟΕΛΜΕΚ, η μεταβατική περίοδος μέχρι την πλήρη εφαρμογή του νέου συστήματος πρέπει να διαρκέσει πέντε χρόνια.
Θεωρεί απαραίτητη τη δημιουργία αριθμού θέσεων Ανώτερου Εκπαιδευτικού, με παιδαγωγικό ρόλο, οι οποίες δεν θα προκύψουν από την ανακατανομή υφιστάμενων θέσεων αλλά θα είναι νέες και πρόσθετες θέσεις προαγωγής.
Συμφωνεί: Με την εισήγηση του υπουργείου όπως οι βοηθοί διευθυντές να τυγχάνουν της πρώτης αριθμητικής αξιολόγησης τη δεύτερη χρονιά μετά την ανάληψη της θέσης αυτής και στη συνέχεια ανά τριετία. Αναφορικά με την συγκριτική αξιολόγηση των βοηθών διευθυντών Α’, θέση της ΟΕΛΜΕΚ είναι η αξιολόγησή τους, να συνεχίζει κανονικά ως συνέχεια των αξιολογήσεων που είχαν ως βοηθοί διευθυντές.
Συμφωνεί: Με την εισήγηση για τη συγκριτική αξιολόγηση των διευθυντών, για να τυγχάνουν της πρώτης αξιολόγησης τη δεύτερη χρονιά μετά την ανάληψη των καθηκόντων τους και στη συνέχεια ανά τρία χρόνια. Θέση της είναι ότι η μείζον επιθεώρηση πρέπει να καταργηθεί.