Γενικά
Αντιπαράθεση και καταγγελίες ΥΠΟΙΚ – ΓΕ για αεροδρόμια Λάρνακας και Πάφου
Ανακοίνωση εξέδωσε η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφορικά με τη Συμφωνία Παραχώρησης για την Ανάπτυξη και Διαχείριση των Αερολιμένων Λάρνακας και Πάφου.
Ανακοίνωση
Στις 2 Ιανουαρίου 2023, ενημερώσαμε τον Γενικό Εισαγγελέα για το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών ή αστικών αδικημάτων σε σχέση με τη σύναψη από το Υπουργείο Οικονομικών δύο συμβάσεων με χρηματοοικονομικούς συμβούλους, μία τον Νοέμβρη του 2021 και μία τον Ιούλη του 2022, χωρίς την ύπαρξη διαθέσιμων πιστώσεων και με απευθείας ανάθεση, χωρίς προκήρυξη ανοικτού διαγωνισμού, κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας δημοσίων συμβάσεων. Τις σχετικές αποφάσεις είχαν λάβει ο Υπουργός Οικονομικών και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου του.
Όπως δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα Φιλελεύθερος, το Υπουργείο Οικονομικών, προφανώς σε μία προσπάθεια να δημιουργήσει το κατάλληλο υπόβαθρο που θα καταστήσει δυνατή τη μη ποινική διερεύνηση της καταγγελίας που έχουμε υποβάλει, υπέβαλε και εκείνο καταγγελία στον Γενικό Εισαγγελέα. Η καταγγελία αφορά το γεγονός ότι τον Σεπτέμβριο του 2022 ενημερώσαμε, μετά που μας ζητήθηκε, την αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού για την ετεροβαρή για το κράτος και παράνομη συμφωνία που δρομολογούσε η Κυβέρνηση για επέκταση της συμφωνίας των αεροδρομίων κατά 5,5 χρόνια και για την παράνομη συμφωνία που θα αφορούσε κίνητρα προς τις αεροπορικές εταιρείες. Όταν η Κυβέρνηση αντιλήφθηκε πόσο εξετέθη με αυτά που προωθούσε με τη συμφωνία επέκτασης κατά 5,5 χρόνια, την παγοποίησε, δυστυχώς χωρίς ακόμη να δούμε μέτρα για επιβολή της έναρξης κατασκευής της συμβατικά καθορισμένης Φάσης Β’ των αερολιμένων. Όσον αφορά τη συμφωνία κινήτρων, μετά την επιχειρηματολογία μας, αυτή βελτιώθηκε με όφελος ύψους €46 εκ. για την Δημοκρατία.
Οι καταγγελίες του Υπουργείου Οικονομικών είναι πρόδηλα ανυπόστατες και γελοίες. Αλίμονο να ήταν ποινικό αδίκημα, ή έστω και κατ’ ελάχιστο μεμπτή, η ενημέρωση της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για μία δημόσια σύμβαση, ιδίως εφόσον η ίδια η Επιτροπή μας κάλεσε να τη διαφωτίσουμε προτού αποφασίσει για αποδέσμευση του κονδυλίου. Τέτοια ενημέρωση ήταν επιβεβλημένη και αναγκαία και το μεμπτό, και ενδεχομένως ποινικά κολάσιμο, είναι μόνο η απόκρυψη στοιχείων που επιχείρησε το Υπουργείο Οικονομικών, μη ενημερώνοντας την Επιτροπή ότι οι συμβάσεις για τις οποίες είχε ζητήσει αποδέσμευση πιστώσεων είχαν ήδη συναφθεί. Επειδή δε προφανώς το Υπουργείο το γνωρίζει αυτό, μόνη εξήγηση είναι πως το Υπουργείο πιστεύει ότι, μια τέτοια δική του καταγγελία, θα μπορούσε να αποτελέσει επαρκή δικαιολογία για τον Γενικό Εισαγγελέα ώστε να αποφανθεί ότι, εφόσον και το Υπουργείο Οικονομικών έχει υποβάλει κάποια καταγγελία (έστω και εάν είναι ανυπόστατη), δεν θα ξεκινήσει ποινική διερεύνηση για την καταγγελία που εμείς υποβάλαμε «για λόγους δημοσίου συμφέροντος».
Δυστυχώς επαναλαμβάνονται τα γεγονότα που βιώνουμε από το 2015, όταν στις 14.12.2015 το Υπουργικό Συμβούλιο επιτέθηκε με Απόφαση του στην Υπηρεσία μας, επίθεση που κορυφώθηκε το 2020 όταν, μετά τις αποκαλύψεις μας για το Κυπριακό Πρόγραμμα Πολιτογραφήσεων, ο μεν Γενικός Εισαγγελέας μας καλούσε δημόσια σε τάξη, η δε Κυβέρνηση δήλωνε ότι ο Πρόεδρος εξετάζει το ενδεχόμενο έναρξης διαδικασίας για την παύση του Γενικού Ελεγκτή και σε τηλεοπτικό σταθμό είχε αφεθεί να διαρρεύσει είδηση ότι η Νομική Υπηρεσία εξετάζει ακόμη και την ποινική δίωξη του Γενικού Ελεγκτή.
Το 2015 ο τότε Γενικός Εισαγγελέας, αναφωνώντας το ιστορικό «ντροπή», είχε εξηγήσει πως «οι κατηγορούμενοι μετατρέπονται σε κατηγόρους» στη βάση αστήρικτων καταγγελιών που αποτελούν «προπέτασμα καπνού και αποπροσανατολισμού». Υπενθυμίζουμε, επίσης, την πρόσφατη περίπτωση σχετικά με τις φυλακές όταν, μόλις η Διευθύντρια των Φυλακών κατήγγειλε συγκεκριμένο στέλεχος της Αστυνομίας για αδικήματα διαφθοράς, αίφνης ξεκίνησαν εναντίον της δύο ποινικές έρευνες.
Δυστυχώς, η Κυβέρνηση παραμένει μη επιδεκτική του συνταγματικώς καθορισμένου ελέγχου από την Υπηρεσία μας.