Εκπαίδευση
Πανδημία και Ανθεκτικότητα παιδιών στο σχολικό περιβάλλον
Το κρίσιμο εκπαιδευτικό καθήκον ενός σχολείου μετά το lockdown δεν είναι απλώς να εκπληρώσει το πρόγραμμα της εκπαίδευσης, αλλά να θέσει τις γνωστικές και κοινωνικές βάσεις ενός μέλλοντος που μπορεί να ξαναχτιστεί. Κι αυτό με τη συμβολή των εκπαιδευτικών, οι οποίοι παίζουν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας των παιδιών, κυρίως στο σχολικό πλαίσιο.
Τα πιο πάνω αποτέλεσαν το αντικείμενο ενός ενδιαφέροντος διαδικτυακού σεμιναρίου που διοργάνωσε το υπουργείο Παιδείας και στο οποίο συμμετείχαν πέραν των 350 εκπαιδευτικών Δημοτικής Εκπαίδευσης. Το σεμινάριο παραδόθηκε από τη δρα Μόνικα Σιακού, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο, εγγεγραμμένη σχολική ψυχολόγος και μέλος της Ειδικής Επιτροπής του υπουργείου Υγείας για θέματα ψυχολογίας στο πλαίσιο της πανδημίας του κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τη δρα Σιακού, η ψυχική ανθεκτικότητα αναφέρεται σε μία κατηγορία καταστάσεων/παραγόντων που επιτρέπουν στο παιδί να ανταπεξέλθει, να αναπτυχθεί φυσιολογικά αλλά και να «θριαμβεύσει» παρά την έκθεση του σε παράγοντες επικινδυνότητας. Όπως αναπτύχθηκε στους εκπαιδευτικούς, εκτός από την οικογένεια, το σχολείο αποτελεί το πιο κατάλληλο πλαίσιο προαγωγής της ψυχικής ανθεκτικότητας των παιδιών και των εφήβων.
Αναφορικά με το γιατί οι σχολικές κοινότητες δύνανται να συμβάλουν στα πιο πάνω, η δρ Σιακού στην παρουσίασή της επεσήμανε πως μπορούν:
>> Να εξασφαλίζουν εκείνες τις περιβαλλοντικές συνθήκες που προάγουν τις συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν την ψυχική ανθεκτικότητα.
>> Να προωθούν την εφαρμογή κατάλληλων εκπαιδευτικών προσεγγίσεων, κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων αλλά και προγραμμάτων πρόληψης και παρέμβασης με στόχο την ανάπτυξη ατομικών προστατευτικών παραγόντων.
Αναφερόμενη σε διάφορες έρευνες για το θέμα, καθώς λόγω Covid-19 επικρατεί παγκόσμια ανησυχία καθώς τα μέτρα τύπου lockdown που περιλαμβάνουν και το κλείσιμο των σχολείων και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης επηρεάζουν αρνητικά την ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων, η δρ Σιακού παρουσίασε τα ακόλουθα:
>> Έρευνα των Bignardi έδειξε ότι κατά τη διάρκεια του lockdown (στο Ηνωμένο Βασίλειο) αυξήθηκαν τα συμπτώματα κατάθλιψης σε παιδιά από 7 έως 11 ετών, σε σχέση με την περίοδο πριν το lockdown.
>> Έρευνα των Origles έδειξε ότι το 86% των ερωτηθέντων γονέων (στην Ισπανία) ανέφεραν αλλαγές στη συμπεριφορά των παιδιών τους και στην έκφραση των συναισθημάτων τους κατά τη διάρκεια της καραντίνας, συμπεριλαμβανομένων της δυσκολίας συγκέντρωσης, της πλήξης, της ευερεθιστότητας, της ανησυχίας, της μοναξιάς, της δυσφορίας και της έκφρασης ανησυχιών.
>> Έρευνα των Jiao έδειξε προσκόλληση, διάσπαση προσοχής και ευερεθιστότητα σε παιδιά όλων των ηλικιακών ομάδων κατά την περίοδο έξαρσης της πανδημίας στην Κίνα.
Επισημάνθηκε πως οι ερευνητές αναφέρουν ότι αποτελέσματα που καταδεικνύουν την πιθανή σχέση μεταξύ lockdown και ψυχικής υγείας παιδιών πρέπει: α) να λαμβάνονται υπόψη στη λήψη αποφάσεων και στη χάραξη πολιτικής των μέτρων, β) όταν τα παιδιά επιστρέψουν στα σχολεία τους η ευημερία και η κοινωνικοποίηση τους είναι υψίστης σημασίας και γ) πρόσθετοι πόροι και εκπαίδευση πιθανόν να χρειαστεί να εξοπλίσουν τους εκπαιδευτικούς με γνώσεις και δεξιότητες για να στηρίξουν τα παιδιά με χαμηλή διάθεση και να αυξήσουν την ευαισθητοποίηση τους για τις παραπομπές για επαγγελματική υποστήριξη.
Ψυχικά ανθεκτικές τάξεις
Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία στην προσπάθεια στήριξης των παιδιών που επιστρέφουν στο σχολείο εν μέσω δύσκολων συνθηκών πανδημίας είναι οι ψυχικά ανθεκτικές τάξεις. Όπως αναλύει η δρ Σιακού, οι σχέσεις ανταπόδοσης και φροντίδας μεταξύ των ενηλίκων και των παιδιών που κατοικούν στην τάξη είναι ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με το σεμινάριο οι Doll έχουν αναπτύξει ένα θεωρητικό μοντέλο για την προαγωγή της ψυχικής ανθεκτικότητας της σχολικής τάξης και τη δημιουργία ευνοϊκού κλίματος για μάθηση. Αυτό περιλαμβάνει τις:
>> Θετικές σχέσεις μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητών
>> Θετικές σχέσεις μεταξύ συμμαθητών
>> Αποτελεσματική, στενή συνεργασία σχολείου – οικογένειας
>> Ακαδημαϊκή αποτελεσματικότητα
>> Ακαδημαϊκός αυτοπροσδιορισμός
>> Αυτοέλεγχος συμπεριφοράς
Για την πρακτική εφαρμογή αυτού του μοντέλου, οι ερευνητές προτείνουν την ακόλουθη διαδικασία, όπως αυτή παρουσιάστηκε στο σεμινάριο της δρος Σιακού στους εκπαιδευτικούς:
>> Πρώτο βήμα είναι η δημιουργία των «χαρτών» της τάξης με βάση τα όσα τα παιδιά αναφέρουν στην περιγραφή της τάξης τους
>>Στη συνέχεια ο εκπαιδευτικός συγκεντρώνει και παρουσιάζει στην τάξη τα αποτελέσματα και ακολουθεί συζήτηση σχετικά με τις ελλείψεις που παρατηρούνται
>> Με αυτό τον τρόπο, η βελτίωση του οικοσυστήματος της τάξης γίνεται υπόθεση όλων των μελών της, τα οποία αναλαμβάνουν ευθύνη και συμμετέχουν ενεργά
Η τάξη είναι μια ομάδα στην οποία υπάρχει «νοιάξιμο»
Σύμφωνα με τη δρα Σιακού ιδιαίτερα σημαντικό είναι να δημιουργηθεί υποστηρικτική κουλτούρα στην τάξη και οι εκπαιδευτικοί να δώσουν το μήνυμα στα παιδιά πως η τάξη είναι μια ομάδα, όπου υπάρχει το «νοιάξιμο», η αλληλοϋποστήριξη και η φροντίδα ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες. Πολύ σημαντικό είναι να αναζητηθούν από εκπαιδευτικούς και μαθητές τα θετικά στοιχεία της επιστροφής στο σχολείο, ενώ η προσοχή των παιδιών πρέπει να στραφεί στην επίγνωση της αντιμετώπισης και όχι στην αγχωτική μνήμη. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί από τους εκπαιδευτικούς στην επανασύνδεση των μαθητών, συμπεριλαμβάνοντας παιχνίδια, δημιουργικές δραστηριότητες και συζητήσεις ενώ παράλληλα κρίνεται ως πολύ σημαντικό τα παιδιά να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους στις κοινωνικές τους δεξιότητες και να αισθανθούν ασφάλεια στο χώρο του σχολείου.