Ιωάννα Αλεξάνδρου
Δεκατέσσερα χρόνια χωρίς τον Κώστα Μόντη…
Ο Κώστας Μόντης, γνωστός κύπριος ποιητής έφυγε από την ζωή σαν σήμερα πριν από 14 ολόκληρα χρόνια, την 1η Μαρτίου 2004. Ο ποιητής εξέπνευσε σε ηλικία 90 ετών, αφήνοντας την τελευταία του πνοή στον Άγιο Δομέτιο μακριά από την κατεχόμενη γενέτειρα του Αμμόχωστο.
Ο Μόντης είναι το έκτο και τελευταίο παιδί του Θεόδουλου Μόντη και της Καλομοίρας Μπατίστα. Ο πατέρας του ήταν κυβερνητικός υπάλληλος της αποικιοκρατικής κυβέρνησης. Η μητέρα του ήταν απόγονος παλιάς ενετικής οικογένειας από την Αμμόχωστο. Λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του μετακινείται σε διάφορες πόλεις της νήσου.
Η περίοδος διαμονής του Κώστα Μόντη στη Λάρνακα
Λόγω της επαγγελματικής ιδιότητας του πατέρα του, κυβερνητικός υπάλληλος εγκαταλείπουν οικογενειακώς την πόλη του Ευαγόρα, το 1915 και κατοικούν στην Λεμεσό όπου διαμένουν μέχρι το 1919, χρονιά κατά την οποία μετακομίζουν στην Λάρνακα.
Το 1919, ο πατέρας του ποιητή μετατίθεται στη Λάρνακα. Ο νεαρός τότε μαθητής φοιτά στο Νηπιαγωγείο Καλογερά και μετά στην Αστική Σχολή Σκάλας (Λάρνακας). Την περίοδο που κατοικούσαν στην Λάρνακα, η οικογένεια διέμενε σε ένα διώροφο σπίτι επί των οδών Σταδίου και Νικηφόρου Φωκά.
Η Οικογένεια παραμένει στην Λάρνακα 7 ολόκληρα χρόνια από το 1919-1926 και η περίοδος αυτή στηλιτεύει το ποιητή και καθορίζει την μετέπειτα πορεία του ως συγγραφέα.
Την περίοδο 1922-1926, χάνει δύο από τ’ αδέρφια του και την μητέρα του. Οι διαδοχικοί οικογενειακοί θάνατοι, συγκλονίζουν το ποιητή και τον ακολουθούν στο μετέπειτα συγγραφικό του έργου, η εικόνα με την άρρωστη μητέρα του εντός του δωματίου στην Λάρνακα τον κατατρέχει και το προβληματίζει για πολλά χρόνια με αποτέλεσμα να ξεδιπλώσει στο χαρτί το παιδικό τραύμα και να συγγράψει την κορυφαία ποιητική στιγμή του έργου του με την τριλογία Γράμματα στην Μητέρα.
Μετά το θάνατο της μητέρας του, το 1926 , εγκαταλείπουν οριστικά την Λάρνακα και διαμένουν στην Λευκωσία και ο ποιητής γράφεται στην πρώτη τάξη της Ελληνικής Σχολής Μόρφου. Στη σχολή αυτή διδάσκει ο καθηγητής Κώστας Συλβέστρος, μετέπειτα γαμπρός του, με τον οποίο είχαν πολύ καλές σχέσεις και τον βοήθησε να αναπτυχθεί πνευματικά.
Το 1932, αποφοιτά με άριστα από το Παγκύπριο Γυμνάσιο. Την ίδια περίοδο σχετίζεται με τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κύριλλο Γ΄, ο οποίος τον παροτρύνει να φύγει για σπουδές στην Αθήνα. Στην πορεία εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ενώ παράλληλα εργάζεται ως ανταποκριτής της Κυπριακής εφημερίδας «Ελευθερία», με το ψευδώνυμο Κώστας Άλκιμος.
Το ίδιο έτος η αποικιακή κυβέρνηση εξέδωσε σχετικό νόμο που επέτρεπε, την άσκηση της δικηγορίας μόνο σε όσους Κύπριους σπούδασαν νομικά στη Βρετανία ή στην Ιρλανδία. Ο Νόμος αυτός μπορεί να θεωρηθεί ως αφορμή για τη δημοσιογραφική και συγγραφική πορεία του, αφού ήδη από τα πρώτα φοιτητικά του χρόνια αρχίζει να αρθρογραφεί .
Το 1934, τυπώνει το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Με μέτρο και Χωρίς Μέτρο». Το οποίο στην πορεία αποκήρυξε. Το 1932- 1936 βρίσκεται στην Ελλάδα, η περίοδος αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως περίοδος συνεχής κρίσης του κοινοβουλευτικού συστήματος και της αστάθειας των πολιτικών κομμάτων.
Κατά την παραμονή του στη Αθήνα, βιώνει τη συνέχεια του εθνικού διχασμού του 1916, την πολιτικοποίηση του θρόνου και την πλήρη ταύτιση του βασιλιά με τη συντηρητική πολιτική παράταξη, τη δικτατορία του Μεταξά ενώ παράλληλα αρθρογραφεί σε διάφορες εφημερίδες.
Το 1937 αποφοιτά από το τμήμα Νομικής και γυρίζει στην Κύπρο. Δεν μπορεί να εργαστεί ως δικηγόρος διότι, μετά τα «Οκτωβριανά», η αγγλική αποικιακή κυβέρνηση της Κύπρου έχει απαγορεύσει στους δικηγόρους που έχουν σπουδάσει στην Ελλάδα να ασκήσουν το επάγγελμά τους.
Το 1938, εργάζεται στο λογιστήριο της Ελληνικής Μεταλλευτικής Εταιρείας (ΕΜΕ) στη Λευκωσία και στη συνέχεια μετατίθεται στα γραφεία της εταιρείας στα μεταλλεία του Μιτσερού.
Αξιοσημείωτη θεωρείται και η συμβολή του στην κυπριακή επανάσταση όπως χαρακτήριζε τον Κυπριακό Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-59) συμμετέχοντας ως πολιτικός καθοδηγητής των μελών της ΕΟΚΑ.
Ποιητής, μυθιστοριογράφος, συγγραφέας θεατρικών έργων, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συγγραφείς του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα της μεταπολεμικής περιόδου. Πολυγραφότατος, επίκαιρος, σφυγμομετρά το παλμό της εποχής του γράφει με έντονο προβληματισμό για το παρόν και το μέλλον της ιδιαίτερής του πατρίδας, της Κύπρου, για την ευρύτερη του πατρίδα την Ελλάδα αλλά και για ολόκληρη την οικουμένη.
Αρκετά από τα γραπτά του κάνουν εκτενή αναφορά στον αγώνα των Κυπρίων για απελευθέρωση από την Αγγλική Αποικιακή Δύναμη και για το εθνικό όραμα της ένωση με την Ελλάδα, ενώ εξελικτικά το έργο του εστιάζει κυρίως στην πορεία του νησιού μετά την Ανεξαρτησία, με σημαντική συγγραφική τομή στο έργο του τηνΤουρκική Εισβολή του 1974.
Μερικά από τα πιο γνωστά δημιουργήματα του είναι η τριλογία Γράμμα στη Μητέρα, Στιγμές, το χρονικό του αγώνα Κλειστές Πόρτες, ο Αφέντης Μπατίστας και άλλα.
Ο κύπριος μουσικοσυνθέτης Μάριος Τόκας, ο οποίος ήταν και προσωπικός φίλος του ποιητή, μελοποίησε μερικά από τα έργα του Κώστα Μόντη , τα οποία αναφέρονται στην τουρκική εισβολή του 1974.
Ο Μόντης υπήρξε ακλόνητος διεκδικητής της ελευθερίας και συνέχισε να δημιουργεί και να διεκδικεί την ελευθερία της πατρίδας του μέσα από τα συγγράμματα του παρόλα τα οικογενειακά δεινά που υπέστη. Η ποίηση του Μόντη είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την Κυπριακή Ιστορία, αφού ο ποιητής ήδη από τα μαθητικά του χρόνια συμμετείχε ενεργά στην εξέγερση τον Οκτωβριανών του 1931.
Στο χρονικό του αγώνα του 1955-1959, «Κλειστές Πόρτες», ο ποιητής αφηγείται σχετικά με την εξέγερση των Οκτωβριανών
«{…} Μαθητής στην έκτη τάξη του Γυμνασίου, είχε πάρει μέρος στις ταραχές, πως ήταν ανάμεσα στο πλήθος που πολιόρκησε και πυρπόλησε το Κυβερνείο, πώς την τελευταία στιγμή του ανάθεσε ο Γυμνασιάρχης να προσφωνήσει τον πρώτο νεκρό των ταραχών – «ένα μικρό ξυπόλητο παιδί σαν τον Γαβριά», μάς έλεγε– και πως έμεινε μονάχος στην αυλή του σχολείου.»
***
Ποιητικές στιγμές του Μόντη για τον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α
***
Στιγμές, 1958
Εκείνο τον τελευταίο ασπασμό τον ένιωσαν τα παιδιά ποιος τον έδινε, πώς τους τον έδιναν; Μας αντιπροσώπευσε ο τελευταίος σου ασπασμός;»
***
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΚΑΡΑΟΛΗΣ
Στιγμές, 1958
Το Ευαγγέλιο τ’ άγιασε χτες ξανά ένα παιδί δεκαοχτώ χρονών που το κράτησε στα χέρια του, που κρεμάστηκε απάνω του την τελευταία στιγμή.»
***
ΤΡΕΙΣ ΑΓΧΟΝΕΣ ΣΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ
Συμπλήρωμα των Στιγμών, 1960
Πού τρέχουν όλοι αυτοί γιατί τόση αναταραχή για να σκοτώσουν τρία παιδικά χαμόγελα; Γιατί φοβούνται πως είναι τόσο δύσκολο να σκοτώσουν αυτά τα χαμόγελα;»
***
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΚΑΡΑΟΛΗΣ
Συμπλήρωμα των Στιγμών, 1960
Μην πάρετε οποιαδήποτε φωτογραφία του. Υπάρχει μια όταν ήταν δεκαέξι χρονών — στα χείλη το χαμόγελο των δεκαέξι χρονών στα μάτια μια πρωινή πόρτα χωριού που άνοιγε. Υπάρχει στο δωμάτιό του μια φωτογραφία με την πρώτη του χρωματιστή γραβάτα. Γύρω-τριγύρω μεταξωτό πλαίσιο κεντημένο από την αδερφή. Αυτή ταιριάζει. Έτσι ήταν ξανά όταν πέθαινε, αυτό το ίδιο τραγούδι τραγουδούσε, χωρίς ίχνος ενδιάμεσης αλλαγής, ούτε καν απ᾽ την αγχόνη.»
***
ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗΣ
Στιγμές, 1958
Όταν διάβασα την ιστορία σου, το βράδυ είχα πυρετό.»
***
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΙΚΟΣΑΧΡΟΝΟ ΠΟΙΗΤΗ ΕΥΑΓΟΡΑ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗ ΠΟΥ ΑΠΑΓΧΟΝΙΣΑΝ ΟΙ ΕΓΓΛΕΖΟΙ
Στιγμές, 1958
Όταν εμείς εξακολουθούσαμε να γράφουμε στίχους
εκείνος διέκοπτε κι’ ανέβαινε στην αγχόνη.»
***
Στιγμές της εισβολής” (Πικραινόμενος εν εαυτώ, 1975)
***
Είναι δύσκολο να πιστέψω
πως μας τους έφερε η θάλασσα της Κερύνειας,
είναι δύσκολο να πιστέψω
πως μας τους έφερε η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας.»
***
« Τι γρήγορα που κατάλαβε αυτό το καλοκαίρι
πως ήταν περιττό
και τα μάζεψε κι έφυγε στις μύτες των ποδιών»
***
«Ανασήκωσε την πλάτη
κι απόσεισέ τους, Πενταδάχτυλέ μου,
ανασήκωσε την πλάτη
κι απόσεισέ τους»