Υγεία
Από την πανδημία στον πόλεμο: Πώς μιλάμε στα παιδιά μας για την εισβολή;
Πηγή: alphanews.live
Επί δύο χρόνια μιλούσαμε στα παιδιά για την πανδημία του κορωνοϊού. Έναν αόρατο εχθρό που απειλεί την υγεία μας και κατ’ επέκταση τη ζωή μας και που άλλαξε ριζικά την καθημερινότητά μας. Πριν προλάβει η ανθρωπότητα να ανασάνει ξέσπασε πόλεμος στην Ευρώπη, ο οποίος μάλιστα με τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτουμε, μεταδίδεται ζωντανά από το πεδίο της μάχης.
Τα παιδιά μας βρίσκονται αντιμέτωπα με αυτά τα γεγονότα, με δυσάρεστες ειδήσεις και σκληρές εικόνες. Πως πρέπει να μιλήσουμε λοιπόν στα παιδιά για τον πόλεμο; Για να λάβουμε απαντήσεις αποταθήκαμε στην εκπαιδευτική ψυχολόγο Δρ Νάσια Τριγωνάκη.
Μετά από δύο χρόνια πανδημίας και ενόσω έχουμε ακόμα την πανδημία μπροστά μας, έρχεται μια νέα κρίση, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με τις εικόνες του πολέμου να έχουν «εκτοπίσει» εν μέρει και το θέμα του κορωνοϊού. Πως επηρεάζει τα παιδιά μια τέτοια συνεχής εισροή τόσο σοβαρών ειδήσεων που συμπεριλαμβάνουν το στοιχείο της απειλής και του φόβου;
Όταν ένα παιδί εκτίθεται συνεχώς σε δυσάρεστα γεγονότα, είναι σχεδόν αναπόφευκτο να το προστατεύσουμε από τα πάντα. Οι συναισθηματικές επιπτώσεις σχετίζονται με το είδος και την ένταση των γεγονότων, με την ύπαρξη ή την απουσία οικογενειακής στήριξης, με την αποδιοργάνωση ή όχι της καθημερινότητάς του. Όσο μεγαλύτερο το χάος και η αναστάτωση, τόσο περισσότερη και μεγαλύτερη θα είναι η επιρροή των δυσάρεστων γεγονότων στην ψυχοσύνθεσή του. Είναι αυθαίρετο να πούμε ότι όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως ηλικίας και προσωπικών βιωμάτων, επηρεάζονται το ίδιο. Η επιστήμη της ψυχολογίας αναφέρει τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η συνεχής έκθεση των παιδιών σε αρνητικές ειδήσεις και βίαιες εικόνες (πχ του πολέμου ή των ασθενών στα νοσοκομεία κατά την πανδημία) αλλά συμπεραίνει ότι πρέπει να λαμβάνονται πάντα υπόψη οι ατομικές διαφορές, οι προσωπικές εμπειρίες του κάθε παιδιού, η γνωστική και η συναισθηματική του ωριμότητα. Κάποια παιδιά μπορεί να αναπτύξουν δυσκολίες στον ύπνο, άγχος, ανασφάλειες, φοβίες στην αρχή μιας κρίσης ενώ κάποια άλλα παιδιά πολύ αργότερα ή καθόλου. Η συναισθηματική αντίδραση του κάθε παιδιού, η χρονική της διάρκεια και η κλινική εικόνα που θα αναπτύξει το κάθε παιδί, εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού, την ωριμότητά του αλλά και την αντιμετώπιση που θα δει στα πρόσωπα της άμεσης οικογένειάς του – όταν οι γονείς και οι άμεσα εμπλεκόμενοι ενήλικες έχουν ανεπτυγμένες δεξιότητες προσαρμογής σε δυσάρεστες συνθήκες και επιδεικνύουν ψυχική ανθεκτικότητα στις ανατροπές και στα απρόοπτα της ζωής, τα παιδιά έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αναγνωρίσουν, να κατανοήσουν και να συμπεριφερθούν ηπιότερα ως αντίδραση στην δυσάρεστη είδηση.
Μιλάμε στα παιδιά μας για τον πόλεμο; Τα περιμένουμε να ρωτήσουν ή κάνουμε εμείς την πρώτη συζήτηση;
Τα παιδιά ξέρουν τι γίνεται γύρω τους πολύ πριν οι γονείς διερωτηθούν εάν πρέπει να τους μιλήσουν για μια πανδημία ή για έναν πόλεμο. Ακούν τα αδέρφια τους ή τους συμμαθητές τους να μιλάνε για αυτά, βλέπουν τηλεόραση, έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο και γνωρίζουν πολύ περισσότερα από όσα πιστεύουν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί. Τα παιδιά, από τη νηπιακή ακόμα ηλικία, είναι σε θέση να ανησυχούν και να νοιάζονται για αυτά που συμβαίνουν γύρω τους. Μπορεί να μην κατανοούν την πολυπλοκότητα μιας πανδημίας και ενός πολέμου, τις οικονομικές, ιστορικές, πολιτιστικές και πολιτικές επιπτώσεις αυτών αλλά αντιλαμβάνονται ότι κάτι δυσάρεστο απασχολεί τον κόσμο, μέσα από τις αντιδράσεις, τα λόγια, τις συζητήσεις των ενηλίκων. Η έγνοια και το ενδιαφέρον για τους άλλους είναι μια υγιής συναισθηματική αντίδραση, μας κινητοποιεί να δράσουμε και να κάνουμε κάτι θετικό για να βοηθήσουμε και να ανακουφίσουμε τον άλλον. Η ανησυχία είναι κάτι διαφορετικό – είναι μια αδιάκοπη γνωστική ανάλυση του τι μπορεί να πάει λάθος, τι άλλο κακό μπορεί να συμβεί, τι κατάληξη θα έχει όλο αυτό. Στην περίπτωση της πανδημίας, ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και τα περισσότερα παιδιά το έχουν νιώσει αυτό τα τελευταία δυο χρόνια είτε επειδή κάποιο δικό τους άτομο νόσησε, είτε επειδή ήταν τα ίδια επαφές /κρούσματα, η πλειοψηφία αυτών έχει υποβληθεί σε τεστ αντιγόνου, είναι πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της σχολικής και οικογενειακής τους καθημερινότητας. Σε μια περίπτωση πολέμου όπως αυτός που συμβαίνει τώρα στην Ουκρανία, ο κίνδυνος είναι υποθετικός. Ο υποθετικός κίνδυνος (πχ Θα γίνει και στην Κύπρο; Μπορεί να σκοτωθούμε κι εμείς; Θα πεθάνουμε όλοι;) είναι αυτό που κινητοποιεί τα παιδιά να κάνουν ερωτήσεις, να θέλουν να μάθουν, να τους δοθούν ξεκάθαρες απαντήσεις κυρίως για να νιώσουν ασφάλεια.
Πως γίνεται μια τέτοια συζήτηση και ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που επιλέγουμε ή που αποφεύγουμε να πούμε;
Η συζήτηση γίνεται βασισμένη στην ενσυναίσθηση των ενηλίκων, στο πώς και κατά πόσο οι ενήλικες μπορούν να τοποθετήσουν τον εαυτό τους στη θέση του παιδιού, βάσει ηλικίας και ετοιμότητας του κάθε παιδιού. Όταν μιλάμε για ενσυναίσθηση ας μην την μπερδεύουμε με την εμπάθεια – η εμπάθεια είναι το έντονο πάθος στη μετάδοση πληροφοριών με αρνητικά συναισθήματα και εχθρότητα. Η συζήτηση στη βάση της ενσυναίσθησης έχει στοιχεία κατανόησης και αποδοχής της διαφορετικότητας , χωρίς προκαταλήψεις και στερεότυπα. Ο σκοπός μιας τέτοιας συζήτησης δεν είναι να κάνουμε τα παιδιά να λυπηθούν τα «θύματα πολέμου» ούτε να αντιπαθήσουν τους «δράστες / θύτες», ο στόχος δεν είναι να συνάψουμε σχέσεις με τους παθόντες και να απορρίψουμε τους «κακούς». Συζητήσεις γύρω από δυσάρεστα αλλά επίκαιρα θέματα στοχεύουν στην επίγνωση των συναισθημάτων (τι νιώθω και γιατί), στην πρωτοβουλία και την αυτόβουλη και αυτόνομη σκέψη. Όταν οι ενήλικες είναι ειλικρινείς και σέβονται την ηλικία, την προσωπικότητα, την λειτουργική ωριμότητα και την γνωστική ικανότητα του κάθε παιδιού ξεχωριστά, η συζήτηση μάλλον θα οδηγήσει σε ορθολογική αντίδραση παρά σε άγχος και ανασφάλεια
Η έννοια της «σκληρής εικόνας» έχει ίσως αλλοιωθεί. Άλλα παιδιά είναι εξοικειωμένα στις εικόνες βίας και για άλλα είναι βάρβαρη μια εικόνα με όπλα. Πως διαχωρίζουμε τι δείχνουμε και τι όχι και πως να τα διαφυλάξουμε χωρίς όμως να τα κρατάμε μακριά από την πραγματικότητα;
Τις τελευταίες ημέρες, τα νέα για τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχουν κατακλύσει την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τις πρωινές και απογευματινές εκπομπές, είναι ένα θέμα που κυριαρχεί στις συζητήσεις σε όλα τα πλαίσια, όπως ακριβώς συμβαίνει τα τελευταία δυο χρόνια με το θέμα της πανδημίας. Οι εικόνες των βομβαρδισμένων σπιτιών, των στρατιωτών και των αρμάτων μάχης, οι απειλές, η βία, οι εικόνες των οικογενειών με μικρά και μεγάλα παιδιά που φεύγουν μαζικά από την Ουκρανία, η λέξη «πρόσφυγας», το αίσθημα του «κοντά μας» καθώς και ο φόβος και η ανασφάλεια για την επιβίωση έχουν δημιουργήσει πολλά και έντονα συναισθήματα σε ενήλικες και σε παιδιά.
Οι ενήλικες καλούνται να είναι υπεύθυνοι τις μέρες αυτές, όπως και κάθε φορά που «σκληρές» εικόνες ή άσχημα νέα κυκλοφορούν στα ΜΜΕ, ώστε να ανταποκριθούν στις απορίες και στις ερωτήσεις των παιδιών με ειλικρίνεια και ψυχραιμία. Μπορούν να ρωτήσουν τα παιδιά τι ξέρουν για τον πόλεμο, τι έχουν ακούσει, τι έχουν καταλάβει και τι ακριβώς ξέρουν ότι συμβαίνει. Είναι σημαντικό να αντιληφθούν ότι όσο η τηλεόραση είναι ανοιχτή, τα παιδιά βλέπουν και ακούν κι ας πιστεύουν ότι «είναι μικρά και δεν καταλαβαίνουν». Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να ξέρουν τι γίνεται στον κόσμο αλλά οι ενήλικες είναι υπεύθυνοι να τα προστατεύουν από ο,τιδήποτε τους προκαλεί ανασφάλεια, φόβο, θυμό, ανησυχία, αναστάτωση.
Ο πόλεμος φέρνει αισθήματα αδικίας, θυματοποίησης, απειλής και εκφοβισμού στην επιφάνεια. Όλοι έχουμε τις δικές μας προκαταλήψεις και τα κοινωνικά στερεότυπα και αξίες –προσπαθούμε να τους περάσουμε μηνύματα συμπόνιας και υποστήριξης παρά στιγματισμού και επιθετικότητας. Περιορίζουμε την διάχυση πληροφοριών, ελέγχουμε την διάρκεια και την ώρα που είναι εκτεθειμένα σε εικόνες πολέμου.
Ο στόχος δεν είναι να ωραιοποιήσουμε την κατάσταση αλλά να προστατεύσουμε τα παιδιά, να τους περάσουμε το μήνυμα ότι ο κόσμος νοιάζεται και θέλει να επικρατήσει η ειρήνη και η ασφάλεια για όλους. Να περάσει το μήνυμα ότι πάρα πολλοί άνθρωποι αυτή την κρίσιμη στιγμή του πολέμου, προσπαθούν να βοηθήσουν, να προσφέρουν ασφαλή καταφύγια στις οικογένειες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα τους. Ο στόχος είναι να καταλάβουν τα παιδιά ότι οι ενήλικες νοιάζονται και ότι πρωτίστως τους ενδιαφέρει η ασφάλεια όλων, με πράξεις αλληλεγγύης και συμπαράστασης.